- Εὐρυπύλης
- Εὐρυπύληfem gen sg (attic epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ευρυπυλής — εὐρυπυλής, ές (Α) αυτός που έχει πλατιές πύλες. [ΕΤΥΜΟΛ. < ευρυ * + πύλη] … Dictionary of Greek
εὐρυπυλής — with broad gates masc/fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εὐρυπυλεῖς — εὐρυπυλής with broad gates masc/fem acc pl εὐρυπυλής with broad gates masc/fem nom/voc pl (attic epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εὐρυπυλές — εὐρυπυλής with broad gates masc/fem voc sg εὐρυπυλής with broad gates neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εὐρυπυλοῦς — εὐρυπυλής with broad gates masc/fem/neut gen sg (attic epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ευρύπυλος — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Βασιλιάς του Ορμένιου της Θεσσαλίας, γιος του Ευδαίμονα. Ήταν ένας από τους μνηστήρες της Ωραίας Ελένης. Εκστράτευσε εναντίον της Τροίας με 40 πλοία. Τον τραυμάτισε ο Πάρις, αλλά τον θεράπευσε ο Πάτροκλος. Ήταν ένας … Dictionary of Greek